Σελίδες

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Είναι η Τουρκία έτοιμη να δεχτεί κουρδικό κράτος;

Είναι η Τουρκία έτοιμη να δεχτεί κουρδικό κράτος;
Του Μάρκο Πόλο
[Πηγή: Antinews, 01/07/2014]
Πληθαίνουν τα «δείγματα» ότι η κυβέρνηση Ερντογάν προχωρά, σε επίπεδο εντυπώσεων τουλάχιστον, σε «στροφή 180 μοιρών» ως προς το ενδεχόμενο ίδρυσης ανεξάρτητου κουρδικού κράτους στο βόρειο Ιράκ. Οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης ως προς την ίδια την Τουρκία αλλά και ως προς την εξωτερική της πολιτική σε σειρά άλλων σοβαρών ζητημάτων, όπως το Αιγαίο και η Κύπρος, παραμένουν επικίνδυνα θολές.
Η ιστορία άλλαξε δραματικά στις 10 Ιουνίου όσον αφορά στις προοπτικές δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Και αν αυτό διαφαινόταν απλώς τις πρώτες μέρες των καταιγιστικών εξελίξεων στο Ιράκ, όλα δείχνουν, πλέον, ότι παίρνει σάρκα και οστά με ολοένα ταχύτερους ρυθμούς προκαλώντας κλυδωνισμούς στις περιφερειακές και συνοριακές ισορροπίες που επικρατούσαν, επί δεκαετίες, στην περιοχή.
Η δήλωση, υπό την μορφή διαπίστωσης, του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ότι πρέπει να υποστηριχθεί η κουρδική προσπάθεια για ανεξαρτησία δεν αποτελεί τόσο μεγάλη έκπληξη αν και σαφώς δίνει ένα ξεκάθαρο στίγμα. Λίγες μέρες νωρίτερα, ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών τόνιζε στον Αμερικανό ομόλογό του, Τζον Κέρι, ότι στην περιοχή του αυτόνομου ιρακινού Κουρδιστάν επικρατεί «ηρεμία, σταθερότητα και ασφάλεια» σε αντίθεση με το υπόλοιπο Ιράκ που βυθίζεται ολοένα περισσότερο στις θρησκευτικές διαδογματικές έριδες και στο χάος.
Ούτε ο Νετανιάχου ούτε ο Λίμπερμαν, φυσικά, αναφέρθηκαν στα ισραηλινά συμφέροντα που διακυβεύονται στο βόρειο Ιράκ καθώς τα ισραηλινά κεφάλαια είναι από τους μεγαλύτερους επενδυτές σε σειρά τομείς στην αυτόνομη περιοχή (real estate, ενέργεια, υποδομές κλπ) καθώς αξιοποίησαν την αμερικανική εισβολή του 2003 για να εδραιώσουν την παρουσία τους. Κατά πληροφορίες, μάλιστα, οι ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας είχαν λόγο στην εκπαίδευση των κουρδικών δυνάμεων – πεσμέργκα. Πολύ περισσότερο δε δεν μπήκαν στον κόπο να εξηγήσουν γιατί όλα αυτά ισχύουν για τους Κούρδους αλλά όχι για τους Παλαιστινίους.
Αυτό που σίγουρα αποτελεί έκπληξη είναι η στάση που, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τηρεί απέναντι στις εξελίξεις και κυρίως απέναντι στην προοπτική της ίδρυσης ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, η κυβέρνηση Ερντογάν. Ο ίδιος ο Ερντογάν σε συνάντησή του με διπλωματικούς εκπροσώπους της ΕΕ εμφανίστηκε να δέχεται μάλλον «ήρεμα» το σοβαρό ενδεχόμενο κατακερματισμού του Ιράκ. Και γενικότερα απέφυγε τις στρατιωτικές κορώνες και τις απειλές μετά την απαγωγή Τούρκων πολιτών από τους ενόπλους μαχητές του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στο Λεβάντε» κατά την κατάληψη της Μοσούλης.
Άφησε να «διευθετήσουν» το θέμα οι αυτόνομες κουρδικές αρχές με τις οποίες η Άγκυρα, τα τελευταία χρόνια, έχει προχωρήσει σε στενές οικονομικές, εμπορικές και ενεργειακές σχέσεις, στο πλαίσιο μιας στρατηγικής που ο Αχμέτ Νταβούτογλου φέρεται να περιέγραφε ως έναν «υπόγειο» και αναίμακτο τρόπο «προσέγγισης» του «χειρότερου εχθρού» προκειμένου δια της οικονομικής στήριξης να τον «εξουδετερώσεις». Μερικά χρόνια αργότερα, δεν είναι τόσο σαφές, προς το παρόν τουλάχιστον, ποιος εξουδετέρωσε ποιόν.
Τουλάχιστον αυτό αναρωτιούνται πολλοί παρατηρώντας τη σιωπή με την οποία αντέδρασε η Άγκυρα στην κατάληψη του Κιρκούκ (και του εξαιρετικά προσοδοφόρου ενεργειακού του υπεδάφους) από τους Κούρδους μαχητές, αμέσως μετά την έναρξη της προέλασης του «Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και στο Λεβάντε», και την υποχώρηση του ιρακινού στρατού. Γιατί, υπενθυμίζεται ότι το Κιρκούκ ήταν, όλες τις τελευταίες δεκαετίες, η «κόκκινη γραμμή» που έθετε η τουρκική εξωτερική πολιτική απέναντι στους Κούρδους του Ιράκ απειλώντας διαρκώς με στρατιωτικές εισβολές.
Το τελευταίο «δείγμα γραφής» αυτής της «νέας» (;) στάσης ήρθε από τον αντιπρόεδρο του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, δηλαδή του κόμματος του Ερντογάν, Χουσεϊν Τσελίκ, που δήλωνε στους «Financial Times ότι «στο παρελθόν ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος θα αποτελούσε αιτία πολέμου για την Τουρκία, αλλά σήμερα κανείς δεν έχει το δικαίωμα να πει κάτι τέτοιο». Προσέθεσε ότι «στην Τουρκία ακόμη και η λέξη “Κουρδιστάν” μπορεί να αναστατώσει και να εκνευρίσει τον κόσμο – αλλά αυτό είναι το όνομά τους» και κατέληξε στην εξής παραδοχή: «Αν το Ιράκ διαιρεθεί, και αυτό αποδειχθεί μια αναπόφευκτη εξέλιξη, τότε αυτοί (σ.σ.: οι Κούρδοι) είναι αδέλφια μας… Δυστυχώς η κατάσταση στο Ιράκ δεν είναι καλή και όλα δείχνουν πως πρόκειται να διχοτομηθεί».
Μπορεί ο Τσελίκ να μην έχει επίσημο αξίωμα στους κόλπους της κυβέρνησης αλλά προφανώς δεν εκφράζει αυστηρά προσωπικές απόψεις. Εφόσον κάτι τέτοιο ισχύει, πρόκειται για δραματική αλλαγή στη στάση τουλάχιστον του μεγαλύτερου κόμματος της Τουρκίας, στην τρέχουσα συγκυρία, απέναντι σε ένα από τα σημαντικότερα «εθνικά ζητήματα» της χώρας.
Είναι αφελές να πιστεύει κανείς ότι οι Κούρδοι, που κρατούν σήμερα στα χέρια τους αυτό που αντιμετώπιζαν εδώ και δεκαετίες ως «το πετράδι του στέμματος» ενός κουρδικού κράτους, την πιθανότερη πρωτεύουσά του, το Κιρκούκ, θα το παραδώσουν στον οποιονδήποτε. Ακόμη και αν, προς ώρας, αποφύγουν την ανακήρυξη ανεξαρτησίας και δεχτούν να προσπαθήσουν (ή να κάνουν ότι προσπαθούν) για μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας, (προφανώς όχι υπό τον Μάλικι του οποίου την πολιτική χαρακτηρίζουν διχαστική και θεωρούν ως έναν από τους κύριους παράγοντες της τωρινής τραγωδίας), οι Κούρδοι δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσουν το Κιρκούκ. Και αυτό σημαίνει ότι το «παιχνίδι» αλλάζει οριστικά.
Και αν αυτό είναι προφανές, πλέον δεν είναι διόλου προφανές πώς θ’ αντιδράσει η Άγκυρα. Γιατί η νυν τουρκική ηγεσία, από την οποία εικάζεται ότι θα προέλθει και ο νέος πρόεδρος με αυξημένες εξουσίες, δείχνει να μην εξορκίζει το ενδεχόμενο ίδρυσης ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, όπως το έπρατταν όλες οι προηγούμενες επί χρόνια απειλώντας θεούς και δαίμονες. Το τι ακριβώς σημαίνει αυτό για την ίδια την Τουρκία είναι ένα άλλο θέμα. Γιατί παραμένει ανοιχτό το ερώτημα του τι μέλλει γενέσθαι με τους Κούρδους της Τουρκίας, οι οποίοι ουδόλως αποκλείεται να θελήσουν να ενωθούν με τους ομοεθνείς τους του Ιράκ σε ένα ενιαίο κράτος, η προοπτική δηλαδή που σήμαινε συναγερμό μέχρι σήμερα.
Είναι η ηγεσία Ερντογάν έτοιμη για μια τέτοια προοπτική που περιλαμβάνει ακόμη και απώλεια εδαφών; Μια τέτοια εξέλιξη θα σημάνει αλλαγή για την εξωτερική πολιτική της Άγκυρας όσον αφορά σε άλλα «εθνικά ζητήματα», όπως το Κυπριακό ή το Αιγαίο; Και σε ποια κατεύθυνση θα είναι αυτή η αλλαγή; Και τέλος, η ηγεσία Ερντογάν έχει αναλογιστεί τις αντιδράσεις που η στάση της αυτή προκαλεί και θα προκαλέσει ακόμη περισσότερο στην τουρκική κοινή γνώμη, στην υπόλοιπη πολιτική σκηνή και στον τουρκικό στρατό; Το μέλλον (και πιθανώς το εγγύς μέλλον) θα δείξει.

Πηγές: Financial Times, bbc, reuters, al monitor, The Times

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου