Πώς εκτροχιάστηκε ο καπιταλισμός, διερωτάται το «Spiegel»
Η παγκόσμια οικονομία
μπορεί να επανεφεύρει τον εαυτό της;
[Πηγή: ΒΗΜΑ,
30/10/2014]
Έξι χρόνια μετά την
κατάρρευση της Lehman Brothers, η ανάπτυξη στον βιομηχανοποιημένο κόσμο είναι
μηδαμινή, ένα ακόμη κραχ φαίνεται πιθανό και το χάσμα μεταξύ πλουσίων και
φτωχών συνεχίζει να διευρύνεται. Μπορεί η παγκόσμια οικονομία να επανεφεύρει
τον εαυτό της; αναρωτιέται το «Spiegel» σε άρθρο του με τίτλο «Το σύστημα
ζόμπι: πώς εκτροχιάστηκε ο καπιταλισμός».
Το γερμανικό
περιοδικό παρατηρεί ότι ο όρος «συμπερίληψη» ακούγεται πλέον σε μέρη όπου δεν
ακουγόταν ποτέ στο παρελθόν, όπως στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός ή
στην ετήσια συνάντηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Σημαίνει τη
δυνατότητα να επιτραπεί σε όσο περισσότερα κοινωνικά στρώματα να επωφεληθούν
από την οικονομική πρόοδο.
Οταν έπεσε το Τείχος
του Βερολίνου πριν από 25 χρόνια, το φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο της Δύσης
φαινόταν ότι θα σάρωνε. Σήμερα κανείς δεν μιλάει πλέον για τα οφέλη του
απρόσκοπτου καπιταλισμού. Ολοι μιλούν για «στασιμότητα».
Ο καπιταλισμός του
21ου αιώνα είναι ο καπιταλισμός της αβεβαιότητας. Πολιτικοί και επιχειρηματικοί
ηγέτες ζητούν νέες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες αλλά τα οπλοστάσια των κυβερνήσεων
είναι άδεια. Αλλά και οι κεντρικές τράπεζες έχουν ξεμείνει από πυρομαχικά. Ενώ
όμως οι μισθοί συρρικνώνονται, οι πλουσιότερες τάξεις ωφελούνται σημαντικά.
Τα κράτη κυβερνώνται
από τα τραπεζικά λόμπι
Αυτό ισοδυναμεί με
σοβαρή δυσλειτουργία στην καπιταλιστική μηχανή. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Λάρι
Κατς, ειδικά η αμερικανική κοινωνία μοιάζει με παραμορφωμένη και ασταθή
πολυκατοικία: «Το ρετιρέ μεγαλώνει, στα χαμηλότερα πατώματα και στα υπόγεια
υπάρχει συνωστισμός ενώ τα μεσαία έχουν άδεια διαμερίσματα και το ασανσέρ δεν
λειτουργεί».
Η κρίση του
καπιταλισμού έχει μετατραπεί σε κρίση δημοκρατίας. Πολλοί πιστεύουν ότι τα
κράτη σήμερα κυβερνώνται από τα τραπεζικά λόμπι. Ακόμη και υπέρμαχοι της
φιλελεύθερης οικονομίας της αγοράς χρησιμοποιούν πλέον όρους όπως «κοινωνία του
1%» και «πλουτοκρατία».
Ο Μάικ Μάγιο,
από τη Νέα Υόρκη, ο «ροκ σταρ» των αναλυτών του παγκόσμιου τραπεζικού
συστήματος, δηλώνει πεπεισμένος ότι «τα κίνητρα που προκάλεσαν τα
προβλήματα… συνεχίζουν να υφίστανται σήμερα». Οι μεμονωμένες τράπεζες δεν
είναι το πρόβλημα, λέει, το πρόβλημα είναι το σύστημα.
Σε καμία άλλη χώρα
δεν συναντάται τόσο πολύ κεφάλαιο συγκεντρωμένο σε τόσο λίγα χέρια όσο στην
Ελβετία. Η περιουσία των 100 πλουσιότερων Ελβετών πενταπλασιάστηκε την
τελευταία 25ετία. Στο καντόνι της Ζυρίχης, οι 10 πλουσιότεροι κάτοικοι έχουν
περιουσία ίση με εκείνη των φτωχότερων 500.000. Οταν ένας ελβετός
επιχειρηματίας πέθανε πρόσφατα, άφησε στους δύο κληρονόμους του ένα ακίνητο που
αξίζει όσο τα ακίνητα όλων των οικογενειών μαζί στο καντόνι του Απεντσελ
Ινερόντεν. Ο πλούτος είναι τόσο συγκεντρωμένος στην Ελβετία που ανταγωνίζεται
τον πλούτο των βασιλιάδων του Μεσαίωνα.
Η ελβετική κυβέρνηση
δεν ωφελείται απ' όλον αυτόν τον πλούτο. Για να προσελκύσουν πλούσιους, τα
καντόνια μείωσαν τη φορολογία σε τέτοιο βαθμό που ακόμη και ακίνητα που αξίζουν
δισεκατομμύρια μπορούν να μεταβιβαστούν στην επόμενη γενιά χωρίς κανέναν φόρο
κληρονομιάς.
Ο Ντέιβιντ Στόκμαν
ήταν το πρόσωπο της ριγκανικής επανάστασης. Ως διευθυντής προϋπολογισμού του
συντηρητικού προέδρου των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν ήταν ο αρχιτέκτονας της
μεγαλύτερης μείωσης φόρων στην αμερικανική ιστορία. Σήμερα, 30 χρόνια αργότερα,
λέει ότι «έχουμε ένα χρηματιστικοποιημένο καζίνο όπου κυριαρχούν οι
κεντρικές τράπεζες και το οποίο υπονομεύει τα ουσιώδη μιας υγιούς,
αναπτυσσόμενης καπιταλιστικής οικονομίας».
Είναι ειρωνικό το ότι
ο Στόκμαν ήταν εκείνος που επιθυμούσε να αναδιαμορφώσει επί το νεοφιλελεύθερο
την κοινωνία στη δεκαετία του '80, όταν ο Ρίγκαν τον όρισε διοργανωτή της
στροφής στην οικονομία της προσφοράς. Οπως και ο Ρίγκαν, ο Στόκμαν πίστευε στην
ελεύθερη αγορά, στη χαμηλή φορολογία και στον περιορισμό του ρόλου της
κυβέρνησης.
Ο Ρίγκαν, οι
φοροελαφρύνσεις και ο θρίαμβος του παραλογισμού
Αλλά ο Στόκμαν
πίστευε στα υγιή οικονομικά, κάτι το οποίο τον έφερε σε αντίθεση με την ομάδα
του Ρίγκαν που λειτουργούσαν σαν λομπίστες για τη βιομηχανία και τον στρατό.
Οταν θεώρησαν ταμπού την έκφραση «αύξηση της φορολογίας» μετά τις εκλογές του
1984, ο Στόκμαν κατάλαβε ότι είχε χάσει το παιχνίδι. Ηταν όμως κάτι παραπάνω
από μια προσωπική ήττα. Ηταν ο θρίαμβος του παραλογισμού.
Η πολιτική χρέους της
εποχής του Ρίγκαν αποτέλεσε το πρώτο λάθος αλλά όχι το μοναδικό. Ακολούθησε η
εποχή του κυβερνήτη της Φεντ Αλαν Γκρίνσπαν ο οποίος εφηύρε μια νέα
νομισματική πολιτική: όποτε η οικονομία και οι αγορές παρουσίαζαν δείγματα
αδυναμίας, μείωνε τα επιτόκια και όταν ένα μεγάλο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα είχε
πρόβλημα, το διέσωζε η κεντρική τράπεζα.
Ο Στόκμαν σήμερα έχει
καταλήξει ότι η φθηνή πίστωση, το υπερβολικά υψηλό χρέος και η πλασματική
αίσθηση ασφάλειας ότι τελικά όλα θα πάνε καλά οδήγησαν τις ΗΠΑ στο χείλος της
αβύσσου. Εγραψε το βιβλίο «Η μεγάλη παραμόρφωση» (του αμερικανικού
καπιταλισμού), εξοργισμένος από το ότι η χώρα του μετατράπηκε σε «δημοκρατία
χρέους» του είδους που ήταν ανήκουστο σε καιρό ειρήνης. Μια δημοκρατία όπου όλα
πληρώνονται με δανεικά, από τις σπουδές στο πανεπιστήμιο ως τις στρατιωτικές
εκστρατείες.
«Τράπεζες-ζόμπι»
κρατιούνται τεχνητά ζωντανές από κυβερνήσεις
Στην Ευρώπη, οι
οικονομολόγοι διδάχθηκαν ένα πράγμα όταν έσκασαν πρόσφατα οι πιστωτικές φούσκες
στην Ιαπωνία και στη Σκανδιναβία: ύστερα από μια χρηματοπιστωτική και τραπεζική
κρίση, το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να καθαριστούν οι τράπεζες, γρήγορα
και ριζικά. Οποιες δεν είναι βιώσιμες, πρέπει να κλείσουν ενώ οι υπόλοιπες να
προμηθευτούν κεφάλαια. Στην Ευρώπη όμως αυτή η διαδικασία τραβάει χρόνια υπό
την πίεση του χρηματοπιστωτικού λόμπι.
Η σημερινή κατάσταση
είναι τόσο τραγική που οι ειδικοί χρησιμοποιούν τον όρο «τράπεζες-ζόμπι» για
εκείνες που κρατιούνται τεχνητά ζωντανές με διάσωση από την κυβέρνηση. Είναι
υπερβολικά άρρωστες για να δανείσουν χρήμα στην πραγματική οικονομία αλλά
αρκετά υγιείς για να σπεκουλάρουν με χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Ο άνθρωπος που
εισήγαγε την έννοια της «συμπερίληψης», ο τουρκικής καταγωγής οικονομολόγος Ντάρον
Ατζέμογλου που ζει στη Βοστώνη, πιστεύει ότι «οι πλούσιοι είναι
εξαιρετικά ισχυροί και αυτό προκαλεί ανησυχία». Είναι πολύ σημαντικό να
περιοριστεί η επιρροή τους, προσθέτει. Αυτό που χρειάζεται είναι «μια νέα
πολιτική συμμαχία που θα σταθεί ενάντια στον χρηματοπιστωτικό τομέα και τα
λόμπι του». Ποιος θα το φέρει αυτό εις πέρας; «Η ανανέωση πρέπει να
έρθει από κάτω» απαντά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου