Σελίδες

Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

ΗΠΑ – Σ. Αραβία: αναπροσδιορίζοντας τη σχέση τους

ΗΠΑ – Σ. Αραβία: αναπροσδιορίζοντας τη σχέση τους
του Μάρκο Πόλο

[Πηγή: Antinews, 3/03/2014]

Δύο ώρες συνομιλούσαν στο Ραουντάτ Κχουραγίμ, το μικρό παλάτι που διατηρεί στην έρημο, βορειοανατολικά του Ριάντ, ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα και ο Σαουδάραβας βασιλιάς Αμπντουλλάχ.
Μετά το πέρας της συνάντησης, ο Λευκός Οίκος εξέδωσε ανακοίνωσε στην οποία αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της συζήτησής τους, ο πρόεδρος Ομπάμα επαναβεβαίωσε την μεγάλη σημασία που οι ΗΠΑ αποδίδουν στην ισχυρή σχέση τους με τη Σαουδική Αραβία, η οποία έχει αντέξει περισσότερο από 80 χρόνια. Οι ΗΠΑ και η Σ. Αραβία εργάζονται από κοινού για ν’ αντιμετωπίσουν μια σειρά σοβαρών διμερών αλλά και περιφερειακών ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ζητημάτων της αναγκαιότητας επίλυσης της κρίσης στη Συρία, της αποτροπής του Ιράν από το ν’ αποκτήσει πυρηνικό όπλο, την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας και του εξτρεμισμού, την υποστήριξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων».
Όπως χαρακτηριστικά διέρρεαν Αμερικανοί αξιωματούχοι, τηρώντας την ανωνυμία τους, κατά τη συνάντησή τους, οι Ομπάμα και Αμπντουλλάχ, «συζήτησαν τις διαφωνίες τους ως προς την τακτική προσέγγιση ορισμένων ζητημάτων και συμφώνησαν ότι σε επίπεδο στρατηγικών ενδιαφερόντων οι δύο χώρες παραμένουν πολύ κοντά». Μέσα σε αυτές τις φράσεις συμπυκνώνονται ορισμένα από τα μεγαλύτερα «αγκάθια» στις σχέσεις ΗΠΑ – Σ. Αραβίας τα τελευταία χρόνια: η Συρία, το Ιράν και ο επαναπροσδιορισμός της αμερικανο-σαουδαραβικής σχέσης.

Το Ιράν
Ως προς το Ιράν, ο Ομπάμα είναι βέβαιο ότι θα προσπάθησε να καθησυχάσει το Ριάντ όχι φυσικά μόνο για το αν θα επιτραπεί στην Τεχεράνη ν’ αποκτήσει πυρηνικό όπλο. Η κύρια ανησυχία της σαουδαραβικής ηγεσίας, πίσω από τα προσχήματα περί πυρηνικών κλπ, είναι το ενδεχόμενο αλλαγής του υπάρχοντος status quo στις ισορροπίες δυνάμεων στην περιοχή του Κόλπου. Μέχρι πρότινος, η Σ. Αραβία ήταν ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος και το Ιράν ο παρίας. Αν τελικά υπάρξει τελική συμφωνία για το ειρηνικό πυρηνικό πρόγραμμα, τότε αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων ανατρέπεται. Το Ιράν, που ήδη ασκεί σημαντική επιρροή, θα εγκαταλείψει και το μανδύα του «κακού» και θα μπορεί πλέον να διαδραματίσει οικονομικά και διπλωματικά πολύ μεγαλύτερο ρόλο.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ έχει μακρά ιστορική πορεία κατά την οποία συχνά η σύγκρουση καθαρά οικονομικών και γεωστρατηγικών συμφερόντων παρουσιάστηκε ως «θρησκευτική διαμάχη σιιτών – σουνιτών», με τη Σ. Αραβία να εκφράζει την πλέον ακραία έκφραση σουνισμού, τον ουαχαμπιτισμό στον οποίο έχει ρίζες και η «ιδεολογία» τρομοκρατικών οργανώσεων τύπου «αλ Κάιντα». Η άσκηση επιρροής δια της θρησκείας είναι ένα πολύ ισχυρό όπλο, το οποίο και οι δύο χώρες διεκδικούν και αυτό τις φέρνει σε αντίθεση. Μια περαιτέρω ενίσχυση του Ιράν αυτομάτως μειώνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Σ. Αραβίας στην περιοχή και το Ριάντ δεν το θέλει αυτό.
Ήδη, υπάρχουν σοβαροί κλυδωνισμοί της πρωτοκαθεδρίας της που εκδηλώνονται στους κόλπους του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Μπαχρέιν, Σ. Αραβία, Κατάρ, Κουβέιτ, ΗΑΕ, Ομάν). Αντί για περαιτέρω συνεργασία τα μέλη του Συμβουλίου βρίσκονται «στα μαχαίρια», καθώς το Ομάν επισταμένα εδώ και καιρό παίρνει αποστάσεις και διατηρεί μια καλή σχέση με το Ιράν (ας μην ξεχνάμε ότι στο Ομάν έγιναν οι μυστικές συναντήσεις Αμερικανών - Ιρανών για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα), και φαίνεται ότι ανάλογες «αναζητήσεις» έχει πια και το Κατάρ του οποίου η ηγεσία έχει έρθει σε αντιπαράθεση με τη Σ. Αραβία όσον αφορά στον τρόπο χειρισμού των ενόπλων Σύρων αντικαθεστωτικών.
Οι Σύροι ένοπλοι της «αντιπολίτευσης»
Το δεύτερο θέμα στο οποίο υπάρχει «τακτική διαφωνία» είναι η Συρία. Η Σ. Αραβία απροκάλυπτα στήριξη τους ενόπλους Σύρους της αντιπολίτευσης, και μάλιστα όχι τις οργανώσεις που σχετίζονταν με το λεγόμενο «Ελεύθερο Συριακό Στρατό», δηλαδή επρόκειτο για λιποτάκτες του συριακού τακτικού στρατού, αλλά τα πιο ακραία ισλαμιστικά στοιχεία που εκφράζονταν μέσα από το «μέτωπο αλ Νούσρα», το «Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και στο Λεβάντε», τον «Ισλαμικό στρατό» κλπ. Είναι γνωστό σε όλους όσους ασχολούνται με τα της περιοχής, ότι η Σ. Αραβία είναι ο χρηματοδότης και ο ιδεολογικός γεννήτορας των πιο ακραίων ισλαμιστικών στοιχείων. Υπήρξε η κινητήρια δύναμη πίσω από τους Ταλιμπάν, η ίδια η κρατική της ιδεολογία αποτέλεσε τη βάση του δόγματος της «αλ Κάιντα», οι περισσότεροι αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου άλλωστε ήταν Σαουδάραβες, βρίσκεται πίσω από τη χρηματοδότηση κάθε ακραίου ισλαμιστικού στοιχείου όπου προσώπου γης και έχει αναγάγει την «εξαγωγή» του Ισλάμ δια μέσου ενόπλων μαχητών σε επίσημη εξωτερική πολιτική εδώ και χρόνια (τα όσα συνέβησαν στην Βοσνία είναι ακόμη νωπά στην μνήμη).
Σύμφωνα με πληροφορίες από αραβικά ΜΜΕ, η «αυτονόμηση» της Σ. Αραβίας στο ζήτημα της στήριξης των Σύρων ενόπλων αντικαθεστωτικών, η οποία εκφράστηκε και με σειρά κινήσεων έκφρασης ξεκάθαρης δυσαρέσκειας όταν η Ουάσινγκτον επέλεξε να στηρίξει μαζί με τη Ρωσία ένα πρόγραμμα διάλυσης του χημικού συριακού οπλοστασίου και τη διαπραγματευτική διαδικασία της Γενεύης, προκάλεσαν έντονη δυσφορία στις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες, όπως και άλλων δυτικών συμμάχων, παραδέχονταν ότι δεν έχουν ιδέα ποιος πολεμά ποιόν στο συριακό έδαφος και τι ρόλο ακριβώς παίζουν όλες αυτές οι ισλαμιστικές ακραίες οργανώσεις οι οποίες έφτασαν να κυριαρχούν στους κόλπους της συριακής αντιπολίτευσης χάρη στη ροή χρημάτων και όπλων που είχαν από χώρες του Κόλπου, κυρίως το Κατάρ και τη Σ. Αραβία. Όταν το «μήνυμα» από τη Δύση ήρθε για «να πέσουν οι τόνοι» γιατί πολύ απλά κανείς από την Δύση δεν μπορούσε πια να ελέγξει τους Σύρους ενόπλους, οπότε ο φόβος να μετατραπεί σε Σομαλία η Συρία αν έφταναν στην εξουσία, ήταν πολύ μεγάλος, τότε το Ριάντ «εκνευρίστηκε» και άρχισε μια υπόγεια «αντιπαράθεση» με τους καλούς Αμερικανούς συμμάχους, η οποία φαίνεται στην παρούσα φάση να έχει «μπει στον πάγο».
Πώς μπήκε στον «πάγο»;
Κατά τα αραβικά ΜΜΕ, η Ουάσινγκτον «μήνυσε» στο Ριάντ ότι έχει στα χέρια της «αδιάσειστα στοιχεία» που αποδεικνύουν την εμπλοκή του όχι μόνο με χρήματα και όπλα αλλά ακόμη και με στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων στις συγκρούσεις στη Συρία, αλλά και στο Ιράκ, και στο Λίβανο και σε άλλες χώρες της περιοχής. Οι πληροφορίες αυτές υποστηρίζουν ότι η Ουάσινγκτον «πίεσε» το Ριάντ να πάρει δραστικά μέτρα αλλιώς «θα παρέδιδε όλα τα στοιχεία αυτά σε διεθνείς οργανισμούς και θα δρομολογούσε την καταδίκη της Σ. Αραβίας, με ό,τι οικονομικές και διπλωματικές επιπτώσεις θα είχε αυτό, για ενεργή στήριξη αιμοσταγούς τρομοκρατίας». Η απειλή φέρεται να «έπιασε» τόπο και ο στυλοβάτης όλων αυτών των προγραμμάτων «εξαγωγής ισλαμισμού», ο πρίγκηπας Μπαντάρ μπιν Σουλτάν, στις αρχές Φεβρουαρίου, ανακοίνωσε ότι «θα αποχωρήσει για λίγο για να ξεκουραστεί».
Την ίδια περίοδο ο βασιλιάς εξέδωσε βασιλικό διάταγμα (που συνήθως αναφέρεται μόνο σε οικονομικά θέματα) όπου καταδικάζει την τρομοκρατία στο όνομα του Ισλάμ και όσους τη διαπράττουν και απειλεί ακόμη και με θανατικές καταδίκες τους Σαουδάραβες πολίτες που έχουν εμπλακεί σε αυτήν. Υπογείως, κατά τις πληροφορίες αυτές, στόχος του διατάγματος ήταν να μείνουν οι σαουδάραβες «μαχητές του τιζιχάντ» μακριά από τη Σ. Αραβία γιατί αν επιστρέψουν θα προκαλέσουν πρόβλημα αποσταθεροποίησης. Η παραμονή τους, όμως, εκτός συνόρων προκαλεί πρόβλημα σε σειρά άλλων χωρών και αυτό είναι ένα ακόμη θέμα που ο Ομπάμα αναμενόταν να θέσει στο τραπέζι.
Και ο «συνεκτικός ιστός» των σχέσεων
Τέλος, ΗΠΑ και Σ. Αραβία, των οποίων η στενή και παράταιρη από πολλές απόψεις (πολιτιστικές, θρησκευτικές κλπ), στενή συμμαχία αποτέλεσε επί δεκαετίες τον πυρήνα άσκησης εξωτερικής πολιτικής στην περιοχή από την Ουάσινγκτον και τη βάση επί της οποίας διεύρυνε την εκεί επιρροή της, βρίσκονται σε φάση «αναπροσδιορισμού» της μεταξύ τους σχέσης. Τα ολοένα μεγαλύτερα βήματα που οι ΗΠΑ κάνουν προς την σχιστολιθική εξόρυξη, κάτι που εφόσον ολοκληρωθεί θα της διασφαλίζει ένα καλό ποσοστό ενεργειακής ανεξαρτησίας από τη Σ. Αραβία, δημιουργούν δεδομένα που οι δύο πλευρές θα πρέπει να εξετάσουν.
Η Ουάσινγκτον μοιάζει να «παίρνει» λίγο περισσότερο «αέρα» εκτιμώντας ότι δεν θα έχει «τόσο μεγάλη ανάγκη» το σαουδαραβικό πετρέλαιο (γιατί δεν πρόκειται να πάψει πλήρως να το έχει ανάγκη) και η Σ. Αραβία να αναζητήσει έναν νέο ρόλο που θα της διασφαλίζει επιρροή και πρωτοκαθεδρία στην περιοχή, ο οποίος δεν θα εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τη σχέση της με την Ουάσινγκτον. Αυτό από μόνο του, θεωρούν πολλοί αναλυτές, είναι αρκετά επικίνδυνο καθώς δεν αποκλείεται καθόλου το βασίλειο να στραφεί σε δρόμους που γνωρίζει καλά, όπως είναι «οι ακραίοι εξτρεμιστές ισλαμιστές».
Πηγές: bbc, reuters, al arabiya, al-akhbar, Washington post, al jazeera

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου