Η Ε.Ε. ΚΑΙ Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΑΚΡΑΣ
ΔΕΞΙΑΣ
Του ΑΓΓΕΛΟΥ ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ
- ΜΑΝΔΡΟΥ*
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που
παρουσιάζει η κοινωνικo-πολιτική κρίση στη χώρα μας, με την σχεδόν πλήρη
κατάρρευση του πολιτικού συστήματος και την δημιουργία ισχυρότατων φυγόκεντρων
τάσεων τόσο προς τα δεξιά με την εκρηκτική άνοδο της Χρυσής Αυγής
όσο και προς τα Αριστερά με την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ σε
αξιωματική αντιπολίτευση και εν δυνάμει πρώτο κόμμα, φαίνεται να
δικαιώνουν σε πολιτικό και όχι οικονομικό επίπεδο τον χαρακτηρισμό της Ελλάδας
ως «ειδικής περίπτωσης». Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα όπου η 'ριζοσπαστικοποίηση'
του πολιτικού σκηνικού και η κοινωνική πόλωση, αποτέλεσμα την
νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης και της οικονομικής κρίσης, διοχετεύτηκε και προς
τις δύο κατευθύνσεις, με προνομιακό μάλιστα πόλο την Αριστερά.
ΜΙΑ ΠΑΝΕΥΡΩΠΑΪΚΗ
ΔΥΝΑΜΙΚΗ
Μια έστω και επιδερμική εξέταση των
πολιτικών δυναμικών που αναπτύσσονται σε πανευρωπαικό επίπεδο ενόψει των
ευρωεκλογών του Μαΐου, δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι η άκρα δεξιά στις
διάφορες εκδοχές της αποτελεί τον βασικό κερδισμένο της παρούσας συγκυρίας,
με τις δυνάμεις της Αριστεράς να παρακολουθούν από απόσταση τις
εξελίξεις, παρά την σχετική δυναμική που ανέπτυξαν το προηγούμενο διάστημα σε
χώρες όπως η Τσεχία, η Ισπανία και η Γαλλία (στην
Πορτογαλία η σχετική άνοδος του ΚΚ Πορτογαλίας αντισταθμίζεται από την
πτώση του Μπλόκου της Αριστεράς).
Αποτέλεσμα μεταξύ άλλων της
στρατηγικής αδυναμίας της Αριστεράς είτε να απεγκλωβιστεί από έναν κακώς
νοούμενο 'διεθνιστικό κοσμοπολιτισμό' που έθετε στο απυρόβλητο ιμπεριαλιστικές
ολοκληρώσεις όπως η Ε.Ε, παγιδευμένη επί της ουσίας και η ίδια στη λογική
του 'τέλους των ιδεολογιών', είτε να ξεπεράσει μια εσωστρεφή και εν
πολλοίς φοβική ιδεολογική περιχαράκωση που την απέτρεπε από το να
αρθρώσει ένα κοινωνικά γειωμένο και ηγεμονικό πολιτικό λόγο ως
αποτέλεσμα της εσωτερίκευσης της ήττας του 'υπαρκτού' στα τέλη της
δεκαετίας του 1980, η άκρα δεξιά κατάφερε να αναδειχθεί ως βασικός υποδοχέας
της λαϊκής δυσαρέσκειας και μείζον πολιτικός παίχτης. Χαρακτηριστικό
είναι εδώ το παράδειγμα του Γαλλικού Εθνικού Μετώπου. Προβάλωντας ένα
κίβδηλο αντισυστημικό λόγο και έναν έωλο εθνικισμό, το κόμμα της Λεπέν κατάφερε
να αποκτήσει δεσμούς με πλατειά λαϊκά στρώματα (ιδιαίτερα της ημι-αστικής
περιφέρειας και της υπαίθρου) τα οποία βιώνουν μια πρωτοφανή οικονομικο-κοινωνική
υποβάθμιση αλλά και ένα αίσθημα προσωπικής και συλλογικής ταπείνωσης. Τα
αίτια, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, έχουν να κάνουν με την υποβάθμιση
της Γαλλίας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας, την υποσκέλιση του ρόλου
της εντός της Ε.Ε, την αναζωπύρωση του κοινωνικού συντηρητισμού στο
έδαφος της ανασφάλειας που δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της διαδικασίας
φιλελευθεροποίησης (βλ. υποχώρηση κοινωνικού κράτους, όξυνση κοινωνικών
ανισοτήτων, κλπ) και την όξυνση του μεταναστευτικού.
Καταγγέλλοντας εξίσου τους γκωλιστές
και την Αριστερά για υποτέλεια στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών και
παρουσιαζόμενο ως η μόνη πολιτική δύναμη ικανή να προασπιστεί τη λαϊκή
κυριαρχία και τα εθνικά συμφέροντα απέναντι σε έναν κοινωνικά καταστροφικό
διεθνοποιημένο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, το Εθνικό Μέτωπο κατάφερε
όχι μόνο να αναδειχθεί σε σημαντικό πολιτικό παράγοντα αλλά και να αποτελεί την
μεγαλύτερη πολιτική δύναμη αυτή τη στιγμή στη Γαλλία.
Η απειλή που νιώθουν να δέχονται τα εργατικά
και μικρομεσαία στρώματα λόγω της οικονομικής κρίσης, της αποδόμησης
των κεϋνσιανών πολιτικών (το μεταναστευτικό δεν μπορεί να ειδωθεί παρα
ως απότοκο αυτών των διαδικασιών) και της σταδιακής απεμπόλησης της λαϊκής
κυριαρχίας προς όφελος των μηχανισμών της Ε.Ε, δεν αποτελεί βέβαια γαλλική
ιδιαιτερότητα. Στηριζόμενα σε μια έντονα εθνικιστική και αντι-ΕΕ
ρητορεία, αντιμεταναστευτική και σωβινιστική ως προς τις κοινωνικές
παροχές, ακροδεξιά κόμματα όπως το ολλανδικό PVV του Γκέοργκ Βιλτερς και
το αυστριακό FPO (και τα δύο μεταφράζονται στα ελληνικά ως «Κόμμα της
Ελευθερίας») έχουν μετεξελιχθεί σε κεντρικούς πολιτικούς παίχτες. Το μεν
πρώτο προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις ενόψει των ευρωεκλογών με ποσοστά
που αγγίζουν το 27% ενώ το δεύτερο κονταροχτυπιέται με τους Σοσιαλδημοκράτες
και το Λαϊκό Κόμμα για την πρωτιά ενώ παρουσιάζει σχετικό προβάδισμα
στις μετρήσεις για τις εθνικές εκλογές. Ο Βίλντερς μάλιστα, σε μια
προσπάθεια να παγιώσει τη θέση του κόμματός του, παρουσίασε στις αρχές
Φεβρουαρίου οικονομική έκθεση για τις ευεργετικές συνέπειες που θα είχε για την
Ολλανδική οικονομία η αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ, ζητώντας παράλληλα
και τη διενέργεια σχετικού δημοψηφίσματος.
Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο υποβάθμισης
της θέσης της Ευρώπης στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων, έντασης των
διακρατικών ανταγωνισμών και προσπάθειας ηγεμόνευσης των λαϊκών αντιδράσεων,
δεν χωρά αμφιβολία ότι οι φυγόκεντρες τάσεις εντός της ΕΕ θα ενισχύονται με την
στήριξη τμημάτων των κατά τόπους αστικών τάξεων προς λύσεις εθνικιστικής
αναδίπλωσης όπως αυτές που υπόσχονται το Εθνικό Μέτωπο και το Κόμμα
της Ελευθερίας ( άλλωστε το οικονομικό πρόγραμμα του τελευταίου κινείται σε
απόλυτα φιλο-επιχειρηματική κατεύθυνση). Υπό αυτή την έννοια η πρωτοβουλία των Λεπέν-Βίλντερς
για την συγκρότηση κοινού μετώπου με την ονομασία “Ευρωπαϊκή Συμμαχία
για την Ελευθερία (ΕΣΕ)” και διακηρυγμένο στόχο την αποσύνθεση της Ε.Ε εκ
των έσω, είναι μια κίνηση με ιδιαίτερη σημασία και συμβολισμό. Αξίζει εδώ να
σημειωθεί ότι τα τρία από τα επτά κόμματα τα οποία έχουν κληθεί να συμμετάσχουν
στην ΕΣΕ προέρχονται από το Σκανδιναβικό Βορρά, γεγονός που με τη σειρά
του καταδεικνύει την διεισδυτικότητα που φαίνεται να αποκτά η αντι-ΕΕ και
εθνοκεντρική από οικονομικής και κοινωνικής σκοπιάς ρητορεία ακόμη και σε
παραδοσιακά ανεκτικές κοινωνίες που δεν έχουν πληγεί σοβαρά από την κρίση. Στην
Φινλανδία το εθνικιστικό Κόμμα των Φιλανδών βρίσκεται αυτή τη
στιγμή στην τρίτη θέση με 17,8% οριακά πίσω από το κεντροδεξιό NCP (Κόμμα
Εθνικού Συνασπισμού), στη Σουηδία οι «Σουηδοί Δημοκράτες» διατηρούνται
σε ιστορικά υψηλά ποσοστά της τάξης του 10% παρά τις κατηγορίες για
συμμετοχή μελών τους στα βίαια επεισόδια που έλαβαν χώρα το Δεκέμβρη στη Στοκχόλμη
από ομάδες ακροδεξιών, ενώ στη Δανία το «Κόμμα του Λαού» παραμένει
σταθερά στην τρίτη θέση με ποσοστά μεταξύ 16 και 20%.
Αντίστοιχες πολιτικές τάσεις
παρατηρούνται και στην Μεγάλη Βρετανία με το UKIP (Κόμμα της
Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου) να εγκολπώνει μεγάλο τμήμα των αντι-ΕΕ
και ξενοφοβικών αντανακλαστικών που ανθούν την τελευταία δεκαετία στη χώρα,
ξεπερνώντας σε όλες τις τελευταίες μετρήσεις τους Συντηρητικούς του Κάμερον με
ποσοστά της τάξης του 22 με 25%. Σε έρευνα μάλιστα που διεξήχθη για
λογαριασμό του κυριακάτικου Independent στα μέσα Ιανουαρίου το UKIP αναδείχθηκε
ώς το δημοφιλέστερο πολιτικό κόμμα στη χώρα, αντλώντας σημαντική υποστήριξη
ακόμη και σε περιοχές προπύργια των Εργατικών.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ
ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟ;
Ειδικότερα σε χώρες που δοκιμάστηκαν
σκληρότερα από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, η αρχική εμφάνιση ακροδεξιών
ή ριζοσπαστικών δεξιών κομμάτων, οδήγησε υπό το βάρος της κρίσης
στην απελευθέρωση απροκάλυπτα νεο-φασιστικών τάσεων. Κόμματα όπως η Χρυσή
Αυγή και το ουγγρικό Γιόμπικ (Jobbik), αποτελούν σημεία τομής στην
μεταπολεμική ιστορία της ευρωπαϊκής ακροδεξίας και πολιτική αποτύπωση όχι μόνο
της κοινωνικής αποσάθρωσης και παθογένειας στα θεμέλια πολλών ευρωπαικών
κοινωνιών αλλά και των ορίων αντιδραστικής μετάλλαξής τους. Με
μεσοσταθμικά ποσοστά της τάξης του 12% και 17% αντίστοιχα, με
οργανωμένους παραστρατιωτικούς μηχανισμούς και οικοδόμιση μαζικών
οργανώσεων βάσης και τα δύο αυτά κόμματα αποτελούν έκφραση βαθύτερων κοινωνικών
μετασχηματισμών και όχι παροδικά φαινόμενα, όπως συχνά αντιμετωπίζονται. Η
προσπάθεια τους να συντονιστούν σε αυτοτελές δίκτυο μαζί με άλλα νεοφασιστικά
κόμματα, όπως το βρετανικό BNP (βλ. επίσκεψη του αρχηγού του Γιόμπικ,
Γκαμπόρ Νόβα στο Λονδίνο και την επίσκεψη του αρχηγού του BNP Νικ
Γκρίφιν στην Αθήνα), στα δεξιά του Ε.Σ.Ε καταδεικνύει επίσης και την διακριτή
στρατηγική που θέλουν να αναπτύξουν σε σχέση με τα 'παραδοσιακά' και κατ'
αυτούς ενσωματωμένα ακροδεξία κόμματα της δυτικής και βόρειας Ευρώπης.
Αναβιώνει λοιπόν ο φασισμός ως
εν δυνάμει στρατηγικό σχέδιο των αστικών τάξεων για το ξεπέρασμα της
κρίσης, όπως υπαινίσσονται όσοι τονίζουν τις ομοιότητες με την περίοδο του
μεσοπολέμου; Κάτι τέτοιο φαίνεται προς το παρόν ιδιαιτέρως απίθανο και
κομμάτι αυτής της εκτίμησης αποτελεί δίχως άλλο η ίδια η αδυναμία του εργατικού
κινήματος και της Αριστεράς να αναμετρηθούν με πραγματικούς όρους με το ζήτημα
της εξουσίας. Η ιστορία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης
χρησιμοποιείται, όμως, για να γίνει και ένας άλλος εξίσου αδόκιμος αλλά συνάμα
και ανιστόρητος παραλληλισμός ο οποίος χρήζει σχολιασμού. Μιλάμε βεβαίως
για την περίφημη «θεωρία των δύο άκρων», τα οποία, σύμφωνα με την εν
λόγω αφήγηση, συγκλίνουν στην πολεμική τους απέναντι στη δημοκρατία και
τον κοινοβουλευτισμό. Παρότι η επιχείρηση της κυβέρνησης Σαμαρά να
εναξονίσει την πολιτική αντιπαράθεση γύρω από τη θεωρία αυτή είχε αντικειμενικά
κοντά ποδάρια σε μια χώρα που απελευθερώθηκε και εκδημοκρατίστηκε χάρη στους αιματοβαμμένους
αγώνες που έδωσε το λαϊκό κίνημα με ραχοκοκαλιά και υπό την
καθοδήγηση της κομμουνιστικής αριστεράς, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε την
ευρύτερη σημασία που έχει αυτό το ιδεολόγημα για την ίδια την πολιτική και
ηθική νομιμοποίηση της Ε.Ε ως δημοκρατικής και φιλελεύθερης υπέρβασης των δύο
'φασισμών' που τυράννησαν την Ευρώπη επί σχεδόν 70 χρόνια (βλ. τις
συνεδριάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με θέμα την καταδίκη ή την απαγόρευση
κομμουνιστικών νεολαιών και κομμάτων).
Όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας,
έτσι και σε ευρωπαϊκό επίπεδο η πραγματικότητα συνιστά δυστυχώς ανυπέρβλητο
εμπόδιο για τους παραχαράκτες της ιστορίας και τις επιδιώξεις τους. Έτσι
λοιπόν, όταν πολυμελής ομάδα ευρωπαίων διπλωματών επισκέφτηκε το Κίεβο στις
αρχές Δεκεμβρίου υπό την υπεύθυνη εξωτερικών σχέσεων της Ε.Ε. κ. Κάθριν
Άστον, ένας εκ των συνομιλητών της αντιπροσωπείας ήταν και ο Ολεγ
Τιαχνίμποκ, αρχηγός του νεοφασιστικού κόμματος Σβόμποντα και
συνεργάτης του εκλεκτού της Δύσης Βιτάλι Κλίτσκο. Το ήθελε η ιστορία
βλέπετε να είναι οι ουκρανοί φασίστες αυτοί που με το μεγαλύτερο σθένος
'παλεύουν για την ευρωπαϊκή σημαία' στα οδοφράγματα του Κιέβου,
γράφοντας το 'νέο αφήγημα της Ευρώπης' [1]. Ο συμβολισμός και μόνο αυτών
των γεγονότων θα έπρεπε να προβληματίσει όσους επιμένουν να βλέπουν στην Ε.Ε το
σπίτι των λαών...
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Οι φράσεις είναι του ίδιου του
Μ.Μπαρόζο: http://europa.eu/rapid/press-release_MEMO-13-1116_en.htm
*Πηγή:Περιοδικό Εκτός
Γραμμής Τ.35 -Άνοιξη 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου