Δεκέμβρης 2008: το σήμερα σαν ταινία «μικρού μήκους»
worldwideeyes.wordpress.com |
Ένα κείμενο μνήμης,
για το ο,τιδήποτε, ελάχιστη σημασία έχει, συνήθως, αν δεν συνδέεται με το
σήμερα. Μπορεί να πέρασαν μόλις έξι χρόνια αλλά έχουν μεσολαβήσει τόσα πολλά,
που πιθανώς η 6η Δεκεμβρίου 2008, εκείνο το Σαββατόβραδο, που ο
Αλέξης Γρηγορόπουλος έπεφτε νεκρός στα Εξάρχεια από σφαίρα του ειδικού φρουρού
Κορκονέα, μοιάζει πολύ μακρινή στο παρελθόν. Και όντως είναι, αν αναλογιστεί
κανείς πόσα σκαλοπάτια έχει κατρακυλήσει έκτοτε, σε όλα, η ελληνική κοινωνία.
Όπως έχει γραφτεί ήδη
από πολλούς, ο Αλέξης Γρηγορόπουλος δεν ήταν ούτε ο πρώτος, και όπως όλα
δείχνουν, σε καμία περίπτωση δεν θα είναι ο τελευταίος νεκρός από το χέρι της
αστυνομικής αυθαιρεσίας και καταστολής. Γι αυτό και είναι κάπως δύσκολο να
αντιληφθεί κανείς γιατί ο χαμός του πυρπόλησε (σχεδόν κυριολεκτικά) ολόκληρη τη
χώρα.
Κατά πολλούς,
αποτέλεσε τη σταγόνα εκείνη που ξεχείλισε για τα καλά το ποτήρι της ανασφάλειας
και της πίεσης που οι νέοι ήδη βίωναν. Ένα αύριο αβέβαιο, θολό,
απειλητικό. Ένα αύριο που αποτυπώθηκε στη βία των ημερών που ακολούθησαν. Ένα
αύριο που προμηνούσε το σήμερα όλων μας.
Ο χαμός του Αλέξη
λειτούργησε, επίσης, ως φυτίλι για το ξέσπασμα μιας βίας τυφλής. Μιας βίας
εκτονωτικής και λυτρωτικής. Μιας βίας που σωρρευόταν και σωρρεύεται μέσα μας
από την ίδια την καθημερινότητά μας. Μιας βίας καταλυτικής, που δεν θέτει ούτε
αιτήματα, ούτε ερωτήματα. Τουλάχιστον για τον τρίτο, για αυτόν που την παρακολουθεί,
για όλη την υπόλοιπη κοινωνία που βρέθηκε απλός θεατής και όχι υποκείμενο. Η
κρυφή χαρά για το λαμπαδιασμένο Χριστουγεννιάτικο δέντρο του Συντάγματος, ως
εκδίκηση για την επιβολή του λαμπερού περιτυλίγματος της δήθεν πετυχημένης μας
πορείας (ως χώρα, ως κοινωνία, ως οικονομία, ως επαγγελματίες, ως φιλήσυχοι
μικροαστοί) ακολουθήθηκε από απορία για τις εικόνες των λεηλατημένων
καταστημάτων και από πίκρα για την (σχεδόν) απόπειρα πυρπόλησης της Εθνικής
Βιβλιοθήκης.
Εκείνες οι μέρες του
Δεκέμβρη του 2008 άφησαν πίσω τους, εκτός από αποκαϊδια και καταστροφές,
κενά λογικής ως προς την ταχύτητα και τη μαζικότητα της αντίδρασης. Κενά που δεν
απαντιούνται ούτε με επικλήσεις στο αυθόρμητο, ούτε με την νέα τεχνολογία –sms,
e-mails κλπ. Τα κενά αυτά, ίσως, καλυφθούν συν τω χρόνω.
Άφησαν πίσω τους,
όμως, και ορισμένα δεδομένα. Ο Δεκέμβρης του ’08 αποτέλεσε, ίσως, την
κορυφαία στιγμή της αρχής του τέλους της κυβέρνησης Καραμανλή. Μιας
κυβέρνησης που, ασχέτως όλων των άλλων, αποκαλύπτεται, τελευταία, ότι δέχτηκε
σε αρκετά σημεία «χτυπήματα κάτω από τη μέση» (απειλές για αγωγούς, πιέσεις για
είσοδο Σκοπίων στο ΝΑΤΟ κ.ά.) Οι μέρες εκείνες διεκδικούν και άλλες πρωτιές. Ήταν
τότε που πρωτοδιατυπώθηκε από χείλη πολιτικών της τότε κυβερνώσας παρατάξης
η πρόταση της χρησιμοποίησης του στρατού για να κατασταλούν οι
διαδηλώσεις (πληροφορίες την τοποθετούσαν στα χείλη των Μεϊμαράκη,
Μπακογιάννη). Ήταν τότε, επίσης, που εκφράστηκε με μεγαλύτερη ένταση η
αυθαιρεσία της αστυνομικής καταστολής και η νοοτροπία της εξουσίας άνευ
ορίων μελών των σωμάτων καταστολής (ποιος δεν θυμάται τα όπλα που κράδαιναν
αστυνομικοί κατά διαδηλωτών;)
Υπήρξε, επίσης,
σημείο καμπής για τον τρόπο αντίδρασης των δυνάμεων της αριστεράς ως προς το
ίδιο το φαινόμενο -χιλιάδες κόσμου στο δρόμο- αλλά και ως προς την
αλληλεπίδρασή τους.
Κάποιες έσπευσαν απνευστί, άκριτα και συλλήβδην να το αγκαλιάσουν, να το
ανυψώσουν σε επίπεδα που ουδέποτε του άξιζαν, αλλά ούτε και διεκδίκησε (πχ συγκρίσεις
με Πολυτεχνείο κλπ) και να του αποδώσουν διαστάσεις και προθέσεις που ποτέ δεν
είχε και δεν διατύπωσε (πχ χαρακτηρισμοί όπως Δεκεμβριανά που παραπέμπουν σε
άλλες ιστορικές στιγμές, αποδίδουν άλλες νοηματοδοτήσεις και κοινώς κάνουν
αχταρμά ανόμοια πράγματα) .
Κάποιες άλλες
έσπευσαν εξίσου απνευστί, άκριτα και συλλήβδην, να το αφορίσουν, να το
ταυτίσουν με τη δράση της ασφάλειας και του παρακράτους. Έσπευσαν να δώσουν
αποστάσεις ασφαλείας στη έννοια του «οργανωμένου κινήματος» από αυτήν της,
συγκεκριμένου είδους, σύγκρουσης θέτοντας τα θεμέλια της επιχειρηματολογίας
περί επανάστασης χωρίς «σπασμένη βιτρίνα και ανοιγμένη μύτη» και της τακτικής
της «υπεύθυνης επίδειξης δύναμης δια της τήρησης της τάξης».
Με δύο λόγια, οι
δυνάμεις της αριστεράς σηματοδότησαν τις προθέσεις τους, αποκάλυψαν τα «λίγο»
τους, πρόβαλλαν η κάθε μία τις βαθύτερες επιδιώξεις τους και έθεσαν τους
εαυτούς τους, δηλαδή, είτε απέναντι είτε ως αυτόκλητους εκφραστές κάθε φωνής
πέραν της δικής τους.
Δεν άκουσαν, όμως. Έδωσαν μια καλή πρώτη εικόνα της στενάχωρης γεύσης που όλοι
έχουμε στο στόμα την 6η Δεκεμβρίου του 2011, του ’12, του ’13
μετά το πρώτο και το δεύτερο Μνημονίου, το Μεσοπρόθεσμο, τα αλλεπάλληλα
κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα, το κίνημα των Αγανακτισμένων, τις διήμερες
κινητοποιήσεις της 28ης και της 29ης Ιουνίου, τη διήμερη
απεργία της 19ης και 20ης Οκτωβρίου, μετά το νεκρό απεργό
και τους δεκάδες τραυματίες, μετά την κυβέρνηση – «μονόπολη» Παπαδήμου, μετά
την, καθημερινής μορφής, πλέον καταστολή σε όλα τα επίπεδα, μετά τα success
στόρυ της συγκυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου, τις ατελείωτες «κόκκινες γραμμές»
που παραβιάζονται ακατάπαυστα, την εντεινόμενη ύφεση, την κλιμακούμενη βύθιση
της ελληνικής κοινωνίας στο τίποτα..
Έξι χρόνια μετά τη
δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου, η ίδια αυτή πράξη και ό,τι ακολούθησε,
μοιάζει, σε εντελώς αφαιρετική μορφή φυσικά, να συμπυκνώνει κάπως αλληγορικά το
δολοφονικό τώρα μας και το, αναγκαστικά, εξεγερσιακό μας αύριο… Τουλάχιστον, ας
παλέψουμε να μην είναι τυφλό για να μην είναι θνησιγενές…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου